Πολιτική

Άκρατη έπαρση και αχαρακτήριστη αλαζονεία από το Μαξίμου

«Ας προσέχει το Μαξίμου. Γιατί η διεργασία του άδικου πένθους μετατρέπει την οδύνη σε ακατάσχετη οργή» γράφει ο πρώην υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού, Ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ, Αριστείδης Μπαλτάς, σε άρθρο του για το newscenter.

Πρωτοχρονιά 2022: Αθήνα

Αρχιμηνιά και αρχιχρονιά και αρχή καλός μας χρόνος… Με τα ήθη, τις συνήθειες και τα έθιμά της. Καλή χρονιά. Καλή χρονιά εδώ, καλή χρονιά εκεί, καλή χρονιά παντού. Η ευχή που χαρίζεται απολόχερα τέτοιες μέρες από όλες και από όλους προς όλους και όλες. Ευχή εύκολη, αλλά και ευχή ευφρόσυνη. Που θέλει να κατασιγάσει πάθη, να υποβάλει ηρεμία να προβάλει χαρά, να δοξοληγήσει την ειρήνη. Επί Γης ειρήνη και εν ανθρώποις ευδοκία. Ευχή που αδελφώνει. Έστω για λίγες μέρες.

Αλλά φέτος τα πράγματα είναι αλλιώς. Αισθανόμαστε κάτι σαν παγωμένο χέρι να συγκρατεί την ευχή. Να την αφήνει να βγει μόνο δειλά, με μάτια χαμηλωμένα και χαμόγελο ταπεινό. Γιατί δεν ξέρουμε ούτε μπορούμε να αποτιμήσουμε τι πόνο και πόσο πόνο πέρασαν ή περνούν εκείνοι τους οποίους ευχόμαστε. Ίσως γιατί είναι και ο δικός μας πόνος, ο δικός μας φόβος, η δική μας αγωνία που εμποδίζουν την ευχή να βγει απελευθερωμένη.

Πανδημία. Πανδημία επελαύνουσα με αναζωογονημένη ορμή. Με άδηλα ακόμη τα τέλη της και τα πολλαπλά κατάλοιπά της. Που τούτες τις μέρες αγγίζει όλους και όλες ανεξαιρέτως. Όχι μόνο λόγω του Covid-19 και των μεταλλάξεών του. Αλλά και γιατί όποιος ή όποια θα χρειαστεί, ο μη γένοιτο, νοσοκομείο θα βρει πόρτες σχεδόν κλειστές. Και ένα σύστημα υγείας υπό κατάρρευση. Γιατρούς και νοσηλευτές πλήρως εξουθενώμενους. Που συνεχίζουν μολαταύτα να πολεμούν μόνοι τον κύριο εχθρό. Μέρα και νύχτα. Κάθε μέρα και κάθε νύχτα. Τον ιό που βάλθηκε να αλλάξει τα πάντα. Με την ανοχή κάποιων θεσμών και υπό την ευθύνη κάποιων ανθρώπων που έλαχε να προΐστανται των θεσμών. Που θέλουν να ενισχύσουν πάση θυσία το ιδιωτικό κέρδος που αποφέρει η υγεία.

Εθνική τραγωδία. 21.053 θάνατοι καταγεγραμμένοι μέχρι χθες, 4 Ιανουαρίου 2022. Περίπου όσος ο πληθυσμός της Θήβας. Που αυξάνονται και θα αυξάνονται μέρα με τη μέρα. 21.053 οικογένειες σήμερα πενθούν. Και αύριο περισσότερες. Και μετά πάλι περισσότερες. Και μαζί πολύ περισσότερες οικογένειες συγγενών, οικείων, ακριβών φίλων, κοντινών ανθρώπων. Παιδιά, εγγόνια, γονείς, συγγενείς, φίλοι, σύντροφοι, γνώριμοι που νοιάζονταν προσωπικά.
Όπου τα θύματα τούτου του πολέμου δεν αποτελούν ‘αγνωστους στρατιώτες’ ή ‘παράπλευρες απώλειες’ που χάνονται χωρίς ίχνη στη δίνη ενός πολέμου. Κάθε θύμα τούτου του ιδιότυπου νέου πολέμου φέρει συγκεκριμένο όνομα και επίθετο, διεύθυνση κατοικίας, τόπο και λόγο θανάτου. Με πλήρη στοιχεία καταχωρημένα στα ληξιαρχεία. Ίσως εκτός κι αν είναι πρόσφυγας ή μετανάστης ή ρομά ή άστεγος. Για τους οποίους δεν ακούμε απολύτως τίποτε όλον αυτόν τον καιρό. Ούτε καν αν περιλαμβάνονται στα νούμερα.

Οι 21.053 καταμετρημένοι νεκροί, όπως και όσοι δεν έχουν καταμετρηθεί, δεν είναι απλώς αριθμός. Που τυχαίνει να αυξάνει κατά 30, 50 ή 100 κάθε μέρα. Η εφημερίδα New York Times το είχε καταλάβει. Και είχε αναλάβει να βρει τα ονόματα και τις ιδιότητες των νεκρών του πρώτου κύματος και να αφιερώσει ονομαστικά σε εκείνους την πρώτη σελίδα της.

Κάποιοι εθελοντές στο Λονδίνο το κατάλαβαν. Και βρήκαν έναν μακρύ τοίχο όπου ο καθένας μπορεί να ζωγραφίσει μια καρδιά και να καταγράψει στο κέντρο της το όνομα του δικού του κοντινού θύματος. Εμείς φαίνεται πως δεν το έχουμε καταλάβει. Τουλάχιστον ακόμη. Απλώς ασκούμε τον μιθριδατισμό μας, δηλαδή τη γενικευμένη αδιαφορία που καλλιεργεί η ημερήσια καταγραφή ενός απλού αριθμού. Αλλά ο μιθριδατισμός πλέον δεν αρκεί. Η πανδημία αποδεικνύεται όντως πανδημία: ο ιός απειλεί πια τον καθένα και την καθεμιά από μας. Ξεχωριστά. Όλες και όλους.

Δημόσιος εορτασμός της πρωτοχρονιάς, ναι, έπρεπε κάπως να γίνει. Για να πάρουμε συλλογικά μιαν ανάσα. Για να μοιράσουμε έστω δειλά, προσεκτικά, με μάσκα στο πρόσωπο και χαμηλά το βλέμμα, την ευχή. Ταπεινά. Όπως θα ταίριαζε σε μια γιορτή που θα τιμούσε ταυτόχρονα και το εθνικό πένθος.

Αλλά τα πράγματα δεν συνέβησαν έτσι. Ομολογώ ότι κάθε φορά που τύχαινε να περνώ τούτες τις μέρες από εκεί, η υπερφωταψία στην Πανεπιστημίου και στη Βασιλίσσης Σοφίας με τρομοκρατούσε. Και μάλιστα με τους γύρω δρόμους αφημένους στα σκοτάδια. Γιατί πιστοποιούσε ότι ο Δήμαρχος και ανηψιός του Πρωθυπουργού δεν είχε καταλάβει καν σε ποια πόλη ζούσε. Ποιος πόνος συνένωνε τους ανθρώπους της, το πώς θα ανακούφιζε τον φόβο και την αγωνία τους μια γιορτή πρωτοχρονιάτικης παραμονής, ποιες ελπίδες θα αφήνονταν να θρέψουν τον καινούργιο χρόνο, τι μας διδάσκει το παρελθόν για το μέλλον.

Και ομολογώ ακόμη ότι το άθλιο αγγλόφωνο υποτιθέμενο «show» που στήθηκε στο Λυκαβηττό με εξόργισε βαθύτατα. Για αμέτρητους λόγους. Αλλά κυρίως γιατί επιδείκνυε άκρατη περιφρόνηση προς τα θύματα του πολέμου που συνεχιζόταν ακόμη και εκείνο το βράδυ. Νοσοκομείο το νοσοκομείο και σπίτι το σπίτι. Δημόσιο «show» εξωφρενικό για τούτους τους καιρούς, αλλά και για κάθε καιρό, που έφερνε στον νου την ανέμελη στάση της Μαρίας Αντουανέτας. Αλλά και την απόκριση που έλαβε ο σύζυγός της Λουδοβίκος 16ος όταν ρώτησε τον επικεφαλής του επιτελείου του αν η πτώση της Βαστίλης πιστοποιούσε πως η πείνα είχε προκαλέσει εξέγερση: «Όχι, Μεγαλειότατε. Έχουμε επανάσταση».

Ας προσέχει λοιπόν το Μαξίμου. Γιατί η διεργασία του άδικου πένθους μετατρέπει την οδύνη σε ακατάσχετη οργή. Ενάντια σε υπεύθυνους που αδιαφορούν για τον πόνο, τον φόβο και την αγωνία των ανθρώπων. Λαμβάνοντας μέτρα που εξυπηρετούν μόνον τους ίδιους, τη στενή οικογένειά τους και τους κοινωνικο-οικονομικά οικείους τους. Και μάλιστα με άκρατη έπαρση και αχαρακτήριστη αλαζονεία. Ενόσω ο αριθμός των θυμάτων, ακόμη και ανωνύμως, αυξάνεται εκρηκτικά. Για να πέσει μια ακόμη πόλη με πληθυσμό σαν εκείνον της Θήβας…

5 Ιανουαρίου 2022
Αριστείδης Μπαλτάς
κάτοικος Αθηνών
μέλος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ

Related Articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button